ΑΠΟ ΤΟΝ M. HULOT
Αν δεν έχω καταφέρει στον κριτικό ένα τόσο ισχυρό χτύπημα που να τον αφήσω σέκο ώστε να μην κάνει "ευκολίες" και να γράφει ό,τι θέλει, τότε του έχω δώσει το δικαίωμα.
Ένα αγόρι που μεγαλώνει σε παραθαλάσσιο χωριό της Αχαΐας βλέπει στο πρόσωπο της μητέρας του μια ξένη. Ιούλιος του 1983. Η γιαγιά του, οι νταήδες πιτσιρικάδες του χωριού, η ιδιοκτήτρια του επαρχιακού ξενοδοχείου και η κόρη της πλαισιώνουν δραματουργικά τον πρωταγωνιστή, που αναζητάει το μυστικό της μητέρας του στη Σοβιετική Ένωση.
Έχουν καθόλου σχέση με τη δική σου παιδική ηλικία τα γεγονότα του βιβλίου;
Καθόλου. Παρόλο που οι χώροι έχουν μια πραγματική αναφορά και οι ατμόσφαιρες γενικώς, οι χαρακτήρες και τα γεγονότα όχι, είναι επινοημένα. Θα μπορούσα να βάλω και το σύνηθες ως σημείωση: «Ουδεμία σχέση έχουν με πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα». Το ερέθισμα ήταν πολύ συγκεκριμένο: κάποια από τον περίγυρό μου μού διηγήθηκε μια ιστορία παρόμοια. Είχε λείψει για κάποιο διάστημα και όταν γύρισε το κοριτσάκι της τής έλεγε «δεν είσαι εσύ η μαμά μου». Για μια εβδομάδα. Μου είχε φανεί τρομερό.
Πώς ήταν η δική σου παιδική ηλικία;
Θα έλεγα ότι σε έναν βαθμό ήταν ειδυλλιακή, γιατί είχε πολύ επαρχία. Τα καλοκαίρια τα περνάγαμε σε ένα χωριό της βόρειας Πελοποννήσου -ο πατέρας κατέβαινε και άφηνε ολόκληρη την οικογένεια κι εκείνος επέστρεφε στην Αθήνα στη δουλειά- επί τετράμηνο, οπότε υπήρχε αυτή η εναλλαγή πόλης-χωριού. Ανήκω σε αυτούς που λένε ότι η παιδική ηλικία είναι ένας πυρήνας αναμνήσεων και μιας ιδανικής κατάστασης. Εξού και το καλοκαίρι είναι πολύ σημαντικό για μένα. Έχει μια ιερότητα. Τα καλοκαίρια μου είχαν πολύ παιχνίδι, ματωμένα γόνατα και πολλή τηλεόραση. Ήμουν φρικ με την τηλεόραση εντελώς. Ό,τι είχε να κάνει με ποπ κουλτούρα και υποκουλτούρα τα κατανάλωνα μανιωδώς. Ακόμα και τώρα, τα κόμικ, τα σίριαλ και ο κινηματογράφος μ' ενδιαφέρουν πάρα πολύ. Ως παιδί μπορούσα να σου πω το τηλεοπτικό πρόγραμμα απέξω κι ανακατωτά!
Τι είναι αυτό που θυμάσαι πιο έντονα από τα '80s;
Τα «Λιονταράκια του κυρ-Ηλία» (γελάει). Στα '80s πέθανε ο παππούς μου, κι αυτό ήταν το πρώτο σημαντικό πράγμα που έχω να θυμάμαι, αλλά τα '80s είναι ουσιαστικά το πλαίσιο που εξελίχθηκε όλη η παιδική και η εφηβική μου ηλικία. Έχω να θυμάμαι πολύ ΠΑΣΟΚ επίσης, πολύ κρατική τηλεόραση, κι επίσης τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Σωτήρη Κωστόπουλο. Ήταν μια μόνιμη επωδός ανά πεντάλεπτο στην ειδησεογραφία της εποχής, ήταν για μένα ο φορέας της επίσημης αλήθειας. Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση. Δεν είχαν καμιά μορφή πρωτοτυπίας τα δικά μου '80s. Duran Duran άκουγα κι εγώ.
Διαβάζεις γενικά ή ανήκεις σ' αυτούς που δεν διαβάζουν τίποτα για να είναι όσο το δυνατό πιο original;
Διαβάζω πολύ. Και όχι, δεν ανήκω καθόλου στην κατηγορία αυτών που έχουν άγγιγμα εκ Θεού και βγάζει πράγματα η ψυχή τους.
Απ' όσα διαβάζεις, τι θα πρότεινες χωρίς καμία επιφύλαξη;
Τα βιβλία του Μπάνβιλ από σύγχρονους. Τον Λ.Π. Χάρτλεϊ που έχει γράψει το «The go between», ένα από τα πολύ αγαπημένα μου βιβλία, που με επηρέασε πολύ στο δικό μου. Ο Ναμπόκοφ, είχα πάθει πλάκα με τη Λολίτα. Από Έλληνες μου αρέσει πολύ ο Ιωάννου, τον θεωρώ στυλίστα ανυπέρβλητο και ό,τι έχει κάνει είναι καταπληκτικό, ο Καχτίτσης, ο Μπεράτης. Από πιο σύγχρονους μ' αρέσει ο Αλέξης Πανσέληνος, έχει κάνει πολύ ωραία πράγματα με το μυθιστόρημα και ο Χρυσόπουλος.
Τις κριτικές τις διαβάζεις;
Ως αναγνώστης εφημερίδων διάβαζα κριτικές μανιωδώς, παιδιόθεν. Δηλαδή, μεγάλωσα με Κούρτοβικ, με κριτικές κινηματογράφου και θεάτρου. Αν εννοείς τις δικές μου, ναι, τις διαβάζω και επηρεάζουν τη διάθεσή μου. Να σου πω πώς το βλέπω: αν δεν έχω καταφέρει στον κριτικό ένα τόσο ισχυρό χτύπημα που να τον αφήσω σέκο και να μην τον αφήσω να κάνει «ευκολίες» και να γράφει ό,τι θέλει, τότε του έχω δώσει το δικαίωμα. Κάθε βιβλίο ή συγγραφέας βγάζουν ένα ψυχικό κλίμα κι υπάρχουν άνθρωποι που ταυτίζονται μαζί τους και άλλοι που δεν ταυτίζονται ποτέ.
Γενικά, σε επηρεάζει η γνώμη των άλλων;
Ναι! Και στα βιβλία μου, όταν τελειώσω το πρώτο draft, τα δίνω να τα διαβάσουν. Η διάδραση με ενδιαφέρει. Γενικά, έχω πολλές ανασφάλειες, δεν αισθάνομαι ότι αυτό που γράφω έρχεται από κάπου ψηλά και δεν μπορεί κανένας να το αγγίξει.
Γιατί έγινες συγγραφέας; Έγραφες από μικρός;
Όχι. Από μικρός όμως ήθελα να γράφω και περίμενα πολλά χρόνια μέχρι να το καταφέρω. Μου είχε μπει στο κεφάλι ότι αυτό το πράγμα αξίζει περισσότερο από άλλα. Στο μεταξύ, διάβαζα πολύ. Όταν ήμουν στο δημοτικό έγραφα ρωμαϊκά μυθιστορήματα, είχα κόλλημα με τις ρωμαϊκές ταινίες. Γέμιζα ένα τετράδιο με αιματοβαμμένες ιστορίες με χριστιανούς και λιοντάρια και το πέταγα στα σκουπίδια. Ξόδευα μήνες και μήνες να τα γράφω και μετά τα διάβαζα και μου φαίνονταν φρικτά. Όταν είσαι στο δημοτικό, η ανάπτυξή σου προηγείται αυτών που κάνεις, δεν αναγνωρίζεις πραγματικά αυτά που έκανες τους τελευταίους τρεις μήνες (γέλια).
Για ποιο λόγο νομίζεις ότι είναι τόσο λίγα τα ελληνικά βιβλία που μεταφράζονται έξω;
Η δική μας παραγωγή είναι ισχνή ποιοτικά. Μέσα στις γενικότερες ευκολίες έχουμε ευκολίες και στη γραφή. Μας αρέσει να κολακεύουμε τις παρέες μας γράφοντας για χωριά, αποδίδοντάς τους κάποια ιερότητα, καταστάσεις, νεκροφάνειες, να κλείνουμε το μάτι που τα ξέρουμε εμείς και τα ανακυκλώνουμε μεταξύ μας. Ως αναγνώστης προσπαθώ πολλές φορές να φανταστώ αν θα στεκόταν αυτό στα αγγλικά, και δεν θα στεκόταν. Είναι ωραίο να αναφέρεσαι σε θέματα ντοπιολαλιάς, σε ιμπρεσιονιστικές βυζαντινές ιστορίες που αφορούν τους προγόνους μας, αλλά δεν φτάνει να λιβανίζουμε τα δικά μας τεριρέμ.
Η δομή και αφήγηση του βιβλίου είναι πολύ κινηματογραφικές. Έχεις φανταστεί πώς θα ήταν αν γινόταν ταινία;
Έχω φανταστεί ακόμα και τη διανομή των ηθοποιών! (γελάει) Είμαι ψώνιο σου είπα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου