Η εκούσια αποχή από τα «απαγορευμένα» τρόφιμα, η νηστεία, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα πολλών θρησκειών και τα πιθανότατα οφέλη της για την υγεία έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον όχι μόνο της επιστημονικής κοινότητας, αλλά και του απλού κόσμου. Η Μεγάλη Σαρακοστή είναι η περίοδος των 48 ημερών που αρχίζει με την Καθαρά Δευτέρα και λήγει την Κυριακή του Πάσχα.
Σύμφωνα με τη θρησκεία μας, κάθε χριστιανός προετοιμάζει το σώμα του με την αποχή από ορισμένα τρόφιμα και το πνεύμα του με την αυτοπειθαρχία που συνεπάγεται η νηστεία για τη μεγαλύτερη γιορτή του ορθόδοξου χριστιανικού δόγματος, την Ανάσταση του Κυρίου.
Μέχρι τότε ωστόσο, είναι απαραίτητο να προσέχουμε, αφού τα νηστίσιμα -αντίθετα με ό,τι πιστεύουν πολλοί- δεν είναι «αθώα»...
Διαιτητικός... μύθος
Η νηστεία δεν είναι... Θεϊκό Πρόγραμμα Απώλειας Βάρους. Εάν αντιμετωπίζουμε προβλήματα παχυσαρκίας, επειδή μας λείπει η πειθαρχία όσον αφορά την τροφή και την άσκηση, τότε η νηστεία μπορεί να μας βοηθήσει ως μέρος ενός μεγαλύτερου προγράμματος ανάπτυξης της αυτοπειθαρχίας μας στο φαγητό, όχι όμως ως απλός και άμεσος τρόπος για να χάσουμε βάρος.
Είναι ενδιαφέρον να δούμε υπό αυτή την οπτική ότι η αποχή από ορισμένα τρόφιμα και ιδιαίτερα από το κρέας προκαλούν τέτοια αίσθηση στέρησης, ώστε καταφεύγουμε στην υπερκατανάλωση των τροφών που επιτρέπονται, με πιθανή συνέπεια την αύξηση του βάρους και γενικότερα τη μη ισορροπημένη λήψη διατροφικών στοιχείων.
Αλλαγή συνηθειών
Οι διατροφικές συνήθειες που έχουμε υιοθετήσει τις τελευταίες δεκαετίες, περισσότερο στη
χώρα μας, είναι κυρίως:
Η έλλειψη πρωινού.
Η μικρή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, ωμών και μαγειρεμένων.
Το τσιμπολόγημα μεταξύ των γευμάτων.
Το φαγητό στο πόδι.
Το πρόχειρο τυποποιημένο φαγητό.
Αν λάβουμε υπόψη αυτές τις διατροφικές συνήθειες, γίνεται φανερό ότι η αντίληψη της νηστείας ως απλής αποφυγής ζωικών προϊόντων, χωρίς την απαραίτητη πειθαρχία όσον αφορά την ποσότητα και την ποικιλία της τροφής και τις σωστές διατροφικές συνήθειες, μπορεί να προκαλέσει προβλήματα, όπως η δυσκοιλιότητα, η καταβολή δυνάμεων, η έλλειψη βασικών θρεπτικών ουσιών ακόμα και η αύξηση του βάρους.
Τα παραπάνω προβλήματα μπορεί να προκληθούν:
Αν τρώτε κυρίως μακαρόνια, ρύζι, πατάτες, ψωμί.
Αν παραλείπετε τα φρούτα, τα λαχανικά και τα όσπρια.
Αν τσιμπολογάτε μεταξύ των γευμάτων γλυκά και ξηρούς καρπούς.
Αν υπερβάλλετε στην κατανάλωση αλκοόλ (κρασί και «σκληρά» ποτά).
Ποιοι πρέπει να προσέχουν περισσότερο
Οσοι έχουν πρόβλημα βάρους (και όσοι δεν θέλουν να αποκτήσουν...). Το ψωμί, τα μακαρόνια, το ρύζι αλλά και τα φρούτα, οι ξηροί καρποί και ασφαλώς το ελαιόλαδο και όλα τα λάδια πρέπει να τρώγονται σε ελεγχόμενες ποσότητες.
Οσοι έχουν ευερέθιστο έντερο ή πάσχουν από κολίτιδες. Τα λαχανικά, τα όσπρια, τα φρούτα και οι ξηροί καρποί περιλαμβάνουν πολλές άπεπτες ίνες, γι αυτό πρέπει να καταναλώνονται με μέτρο.
Οι διαβητικοί, θα πρέπει να νηστεύουν αφού συνεννοηθούν με τον γιατρό τους. Θα πρέπει να τρώνε ψωμί και μακαρόνια από ανεπεξέργαστα δημητριακά και αναποφλοίωτο ρύζι, ενώ θα πρέπει να καταναλώνουν με μέτρο τα φρούτα, ξερά ή φρέσκα.
Τροφές που επιτρέπονται...
Ψωμί, πατάτες, μακαρόνια, ρύζι, γλυκά με λάδι: Δηλαδή υδατάνθρακες που περιέχουν αρκετές θερμίδες, αλλά ταυτόχρονα, αν είναι ολικής αλέσεως μας δίνουν ενέργεια για πολλές ώρες δραστηριότητας, όπως και πολλές βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία.
Θαλασσινά και σαλιγκάρια:
Ζωικές πρωτεϊνες που περιέχουν μεγάλες ποσότητες από τα πολύτιμα ω-3 λιπαρά οξέα, τα οποία προλαμβάνουν χρόνια νοσήματα, όπως οι καρδιοπάθειες και διάφοροι τύποι καρκίνου.
Η χοληστερίνη που περιέχουν τα θαλασσινά δεν επηρεάζει τη χοληστερίνη του αίματος, αντίθετα τα ω-3 λιπαρά οξέα που περιέχουν αυξάνουν την «καλή» χοληστερίνη (ΗDL).
Ξηροί καρποί:
Περιέχουν μεγάλες ποσότητες από τα πολύτιμα ω-3 λιπαρά οξέα, επομένως είναι πολύ ωφέλιμοι. Εχουν όμως πολλές θερμίδες, ιδιαίτερα τα καρύδια, άρα θα πρέπει να καταναλώνονται με φειδώ αν υπάρχει πρόβλημα βάρους.
Οσπρια:
Υδατάνθρακες που περιέχουν πολλές φυτικές πρωτεϊνες, ίνες, βιταμίνες και μέταλλα
Ελαιόλαδο:
Ακρως ωφέλιμη λιπαρή ουσία, η οποία περιλαμβάνει στη σύνθεσή της κυρίως μονοακόρεστα λιπαρά. Παρεμποδίζει την οξείδωση της «κακής» χοληστερίνης (LDL) και προστατεύει από καρδιοπάθειες.
Οπως κάθε λιπαρή ουσία, δίνει και αυτή πολλές θερμίδες (9 θερμίδες/γραμμάριο).
Λαχανικά και φρούτα:
Πρόκειται για πραγματικές «αποθήκες» βιταμινών, μετάλλων, ιχνοστοιχείων, αλλά και άπεπτων ινών.
...και που απαγορεύονται
Κατά τη διάρκειά της Σαρακοστής το ψάρι επιτρέπεται μόνο 2 ημέρες (του Ευαγγελισμού και την Κυριακή των Βαϊων), το ελαιόλαδο μόνο τα Σαββατοκύριακα, ενώ απαγορεύονται το κρέας, τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα αβγά. Αυτό το είδος διατροφής προορίζεται για όσους θέλουν να τηρήσουν αυστηρά τους κανόνες. Σε άλλη περίπτωση και ανάλογα με τις αντοχές του ο καθένας, αποκλείονται το κρέας, μπορεί να συμπεριλάβει περιοδικά και το ψάρι, τα γαλακτοκομικά και τα αβγά.
Οσοι νηστεύουν είναι πιο υγιείςΗ νηστεία μειώνει σημαντικά τη συνολική χοληστερίνη, την «κακή» και τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΒΜΙ), σύμφωνα με πρωτοποριακή μελέτη του καθηγητή Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Κρήτης, Αντώνη Καφάτου.
Καμία μελέτη μέχρι σήμερα δεν έχει εστιάσει στην επίδραση των νηστειών που επιτάσσει η Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία στα επίπεδα της χοληστερίνης και στην παχυσαρκία.
Η παραλλαγή της περιοδικής χορτοφαγίας που ακολουθείται κατά τη διάρκεια των νηστειών από τους ορθόδοξους χριστιανούς με μια διατροφή που περιλαμβάνει λαχανικά, όσπρια, ξηρούς καρπούς, φρούτα, ελιές, ψωμί, σαλιγκάρια και θαλασσινά είναι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ελληνικής διατροφής, το οποίο συμπεριλαμβάνεται σήμερα στην ευρύτατα διαδεδομένη μεσογειακή διατροφή.
Μέχρι σήμερα λίγα είναι γνωστά για τα αποτελέσματα που έχουν στην υγεία οι διαιτητικοί κανόνες αυτού του «κρυμμένου» στοιχείου της παραδοσιακής ορθόδοξης χριστιανικής διατροφής και δεν υπάρχει κανένα στοιχείο όσον αφορά την επίδραση της νηστείας στα επίπεδα των λιπιδίων στο αίμα και στην παχυσαρκία.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, σημειώνονται σημαντικές διαφορές όσον αφορά τη συνολική χοληστερίνη όσο και την «κακή» χοληστερίνη μεταξύ όσων νήστεψαν και όλων των υπολοίπων.
Οσοι νήστεψαν παρουσίασαν 12,5% χαμηλότερα επίπεδα χοληστερίνης, κατά 15,9% χαμηλότερα επίπεδα LDL (κακή χοληστερίνη) και κατά 1,5% χαμηλότερο ΒΜΙ σε σχέση με όσους δεν νήστεψαν.
Η τελική σχέση LDL/HDL ήταν χαμηλότερη σε όσους νήστεψαν (6,5%), ενώ η μείωση της «καλής» χοληστερίνης (HDL) κατά 4,6% σε όσους δεν νήστεψαν.
Παρατηρήθηκε πως όταν η ομάδα που νήστεψε επανήλθε στις συνηθισμένες διατροφικές της συνήθειες αυξήθηκε και πάλι τόσο η συνολική χοληστερίνη -κατά 6,9%- όσο και η «κακή» χοληστερίνη -κατά 9%-, αν και δεν έφτασαν στα αρχικά επίπεδα.
Η μείωση της «καλής» χοληστερίνης, που παρατηρήθηκε σε όσους νήστεψαν, είναι συνηθισμένη στις χορτοφαγικές δίαιτες με χαμηλά λιπαρά.
Η σχέση της αναλογίας μέση - περιφέρεια με τη συνολική χοληστερίνη και την «κακή» χοληστερίνη βρίσκεται σε συμφωνία με άλλες μελέτες που συσχετίζουν την αναλογία μέσης - περιφέρειας με τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου και την εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων.
Ολοι όσοι συμμετείχαν στην έρευνα είχαν μέσο όρο ΒΜΙ που τους κατέτασσε στους υπέρβαρους. Η νηστεία που ακολούθησαν άσκησε μικρή, αλλά στατιστικά σημαντική, επίδραση στο ΒΜΙ όσων νήστεψαν.
Στο τέλος των περιόδων της νηστείας τα στοιχεία δείχνουν ότι όσοι νήστεψαν παρουσίασαν μείωση όσον αφορά την λήψη ενέργειας (θερμίδες) κατά 10%, μείωση κατά 17% στη λήψη του συνολικού λίπους, αύξηση στη λήψη των υδατανθράκων κατά 23% και στην κατανάλωση ινών κατά 43,5%.
17% μείωση στη λήψη του λίπους παρουσίασαν όσοι νήστεψαν.
15,9% χαμηλότερη ήταν η κακή χοληστερίνη (LDL) .
9% αυξήθηκαν τα επίπεδα LDL μετά την επιστροφή στις παλιές διατροφικές συνήθειες.
Η ΕΡΕΥΝΑ
Οι ερευνητές παρακολούθησαν για ένα χρόνο 120 ενήλικες Ελληνες, οι οποίοι επιλέχτηκαν ανάμεσα στον ενήλικο πληθυσμό του Ηρακλείου της Κρήτης. Εξήντα άτομα (31 άνδρες και 29 γυναίκες) με μέση ηλικία 41 χρόνια τήρησαν όλες τις νηστείες, ακολουθώντας ακριβώς τους διαιτητικούς κανόνες. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και 19 καλόγριες και 21 ιερείς.
Τα άλλα 60 άτομα που έλαβαν μέρος στην έρευνα (24 άνδρες και 36 γυναίκες) είχαν μέσο όρο ηλικίας 38 έτη και δεν νήστεψαν καθόλου. Οι τρεις σημαντικές περίοδοι νηστείας που έλεγξε η μελέτη ήταν: η νηστεία των Χριστουγέννων (40 ημέρες), η Σαρακοστή του Πάσχα (48 ημέρες) και η νηστεία του Δεκαπενταύγουστου (15 ημέρες