Τρίτη 17 Μαΐου 2011

Κέντρο της Αθήνας: να ακούς ουρλιαχτά το βράδυ και να συνηθίζεις, να γυρίζεις απλώς το πλευρό.




Δεν ξέρω τι να πω γι' αυτή την πόλη. Γι' αυτή την τόσο έντονη εβδομάδα. Το μυαλό μου έχει κολλήσει, έχω ένα πάγωμα, νομίζω ότι κάποια στιγμή σ' αυτή την τελευταία βδομάδα θα τέλειωσε και η αγάπη μου για την Αθήνα. Δεν ήθελα σοκαρισμένος, όπως οφείλει ένα αθηναϊκό μπλογκ, να γράψω, να προσθέσω μια άχρηστη γνώμη, το τίποτα. Μόνο σημαντικό ίσως η αλήθεια, την δική μου θα καταγράψω, (το ποστ αυτό δεν είναι γνώμη) στοιχεία σκέτα γι' αυτούς που ζούμε στην κάτω Αθήνα της Πατησίων και της Αχαρνών.

Πραγματικότητες: να ακούς ουρλιαχτά το βράδυ και να συνηθίζεις, να γυρίζεις απλώς το πλευρό. Να βλέπεις μετανάστες να ξενυχτάνε στους δρόμους και να μαθαίνεις την φρίκη ότι είναι έξω γιατί κοιμούνται με βάρδιες στα διαμερίσματα των 50 ατόμων. Να νιώθεις ενοχή ακόμα όταν παίρνεις μια σοκολάτα του 1.50 ευρώ μπροστά στους άπορους τριγύρω, μια συνεχής ενοχή που μέχρι τον μικροαστό σου βγάζει, όπως προχθές που το κουτί από την καινούργια μου οθόνη το κατέβασα βράδυ για να μην προκαλέσω. Να πηγαίνεις στο φαρμακείο της γειτονιάς και να μπαίνει μετανάστης κλαίγοντας ζητώντας φάρμακα για το παιδί του. 'Η στο σουπερ μαρκετ ν' αγοράζουν 2 πατάτες και 2 κρεμμύδια.
Χιλιάδες άνθρωποι που περιφέρονται πεινασμένοι και εκ των συνθηκών άπραγοι στις κάτω γειτονιές, μια πραγματικότητα αδιέξοδη που θα μπορούσε άνετα να τους οδηγεί στις κλοπές. Κι όμως, με φουλ αλήθεια, δεν είναι έτσι.
Στον 1.5 χρόνο που μένω εδώ, κανείς δεν με πείραξε, δεν είχα κανένα περιστατικό, όπως θα θελαν τα media να διηγηθώ, οι μετανάστες που γνώρισα ήταν όλοι ευγενέστατοι, φιλήσυχοι, καταλαβαίνω πως μπορεί να αγριευόταν κάποιος τρίτος βλέποντας τους μπουλούκια στα πεζοδρόμια, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να σου κάνουν τίποτα. Θα μου πεις για τα ουρλιαχτά, τις κλοπές; Ναι λοιπόν, υπάρχουν συγκεκριμένες πασίγνωστες ομάδες ορμώμενες από στέκια εξίσου συγκεκριμένα, που ανοίγουν συστηματικά αμάξια, κλέβουν τσάντες και αλυσίδες από ηλικιωμένες, πουλάνε ναρκωτικά, εκδίδουν 14χρονα απ' την Αφρική, βγάζουν σουγιά μ' ευκολία. Ε, δεν μπορεί να την πληρώνει το υπόλοιπο 99%.

Και πιο κοντά, και όχι απέναντι, υπάρχουν και οι μόνιμοι κάτοικοι: αυτούς που γνώρισα, που ζήσανε μια ζωή στην περιοχή, που την αγαπάνε και από πείσμα δεν φεύγουνε, που δέχονται την ψυχολογική βία της φτώχειας καθημερινά, που ακούνε από παντού πως το σπίτι τους βρίσκεται στον βούρκο. Ποιος θα το δεχόταν να 'ναι η καθημερινότητά του οι κατουρημένες είσοδοι, να πηδάς πάνω από λιπόθυμους ναρκομανείς για να μπεις σπίτι, να ακούς διαρκώς κραυγές; Τι θέλουμε όλοι: γαλήνη και ασφάλεια, κι αυτοί τίποτα παραπάνω δεν διεκδικούν. Και τι μεγάλο λάθος, με μια ευκολία αυτούς τους ανθρώπους να τους χαρακτηρίζεις απο πάνω και ακροδεξιούς· ε δεν είναι, έχουν παλιά μυαλά μεν οι περισσότεροι, αλλά μ' όσους μίλησα, ακόμα και με τους οργανωμένους σε Επιτροπές Κατοίκων, όλοι μα όλοι στην κουβέντα τους βάζανε πάντα την κατανόηση τους για τους μετανάστες. Αλλά όταν φωνάζουν μια, δύο, εκατό, ζούνε στην καθημερινή - καθημερινή - καθημερινή παράνοια μήπως τους κλέψουν όπως τον γείτονα, και τους λες και υπερβολικούς και ρατσιστές, ε τους οδηγείς με μαθηματική βεβαιότητα στην αγκαλιά των άκρων.

Ζορίζομαι λοιπόν πολύ πια τις τελευταίες μέρες με την Αθήνα, με το μπλογκ να γράφω. Είμαι βέβαιος, με χτίκιασε, εκείνο το απόγευμα της Τετάρτης που κατηφόρισα στην Αχαρνών, η τρομακτικότερη εικόνα που χω δει στην πόλη μου: τα σιωπηλά κατεβασμένα ρολά των μαγαζιών, το πλήθος εξαγριωμένων να απειλεί κάθετα και ολοκληρωτικά μετανάστες να κρυφτούν μες στα σπίτια τους, να μην τους βλέπουν στα μπαλκόνια και κάποιους να τους κυνηγάνε με ξύλα. Το σκυμμένο μου κεφάλι άδειο. Ήταν η βία, το σοκ, η αδυναμία μπρος της να κάνω κάτι.

Κι αν απ' αυτό το ζαλισμένο κείμενο ήθελα να πω κάτι είναι πως δεν φταίνε οι κάτοικοι, δεν φταίνε οι μετανάστες· αυτιά ν' ακούσουν, να βοηθήσουν τους ανθρώπους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Bookmark and Share