Τετάρτη, 16 Μαρτίου 2011
Καλλιγραφιες …μιας επιστολής
Dr. Θεόδωρον Μπαργιώτα,
Όξφορντ, Ιγγιλτέραν
Θόδωρα νομίζω ότι αυτά δεν είναι σαχλαμάρες,
γιατί κατά τη γνώμη μου:
- η μεταφορά με ΜΜΜ δεν είναι καταναλωτικό αγαθό, σαν το σουβλάκι που είναι πολυτέλεια. Στις κοινωνίες με κοινωνικό πρόσωπο, είναι παροχή.
- σε κράτη υπό ΔΝΤ και σε απολυταρχικά καθεστώτικα οι τιμές ανεβαίνουν συνεχώς, ο λαός πληρώνει κ καλείται να δείξει "πατριωτισμό" κ "φιλότιμο". Ο πολίτης αποφασίζει αν θα πιστεψει ό,τι λέει η TV κ η κυβέρνηση, ή όχι.
- Το κίνημα "Δεν πληρώνω" δε νομίζω ότι αξιώνει το μηδενισμό. "Δεν πληρώνει" διότι τα πληρώνει πολλαπλώς, οι εταιρείες(ΟΑΣΘ κ Μπόμπολας-διόδια) τα παίρνουν από το κράτος ανεξαρτήτως. (Στο λινκ του άρθρου παρακάτω "Ο καπιταλιστικός παράδεισος..." εξηγείται ολο το καθεστώς). Δεν εννοώ με τίποτε να γίνει ο ΟΑΣΘ "ανταγωνιστικός" κ να μην επιχορηγείται. Το "Δεν πληρώνω" δηλ., το νοώ ως διαμαρτυρία. Σε μια διαμαρτυρία υπάρχει κ ο κίνδυνος να παρεισφρύει κ κάποιος οπορτουνιστής-"τζαμπατζής". Αλλά κ σε μια ... κατάληψη γραφείων του ΟΑΣΘ -όπως πρότεινε ένας γνωστός- δεν υπάρχει κίνδυνος να παρεισφρύσουν μηδενιστές αναρχικοί;
Αδερφέ, τελικά έπρεπε να γράψεις κ τις πρακτικές διαμαρτυρίας που πρότεινες τηλεφωνικα, γιατί όσοι δε σε ξέρουν, ταυτίζουν όσα(μόνο) έγραψες με όσα λέει ο Μπάμπης κι ο Πορτοσάλτε πρωί-βράδυ στον Σκάι, ο Μέγκας κ οι υπουργοί που μας καλούν σε συμμόρφωση
Υ.γ. για νηστεία: Πάντως, κ στα "μεγαλύτερα" ασκηταριά, το βράδυ της Ανάστασης θα διαβαστεί το "Νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες ευφράνθητε σήμερον". Δεν ξέρω αν το διαβάζουμε τυπικά ή εθιμοτυπικά. Δυο μέρες πριν ο Χριστός θά'χει βάλει πάλι πρώτο στον Παράδεισο έναν ληστή που όλη του τη ζωή λήστευε και τελευταία στιγμή μετανόησε! Εννοώ ότι οι λέξεις αντίτιμο κ κόστος παίζουν αλλιώς από οικονομικίστικα στην Άλλη λογική.(Δεν μετριάζω την ασκητική της νηστείας)
Φιλιά από Αιγαίο
Καλή συνέχεια Σαρακοστής
(με ευχή που άκουσα σε ράδιο από παππούλη, Καθαρά Δευτέρα πρωί)
Να γίνουμε αυτό που Είμαστε!
Χάρρυ Κλυνν προς Μπουτάρη: "Μην τολμήσεις βεβυθισμένε, γιατί η υπομονή έχει τα όριά της"
Μεταφέρω αυτούσια την ανάρτηση από «taxalia». Και να φανταστείτε ότι έχουμε ακόμα 15 μέρες για την Πρωταπριλιά!
«Πολύ ωραία εικαστική παρέμβαση από το Δήμο Θεσσαλονίκης! Η ημισέληνος είναι το σήμα μας, η Τουρκία η πατρίδα μας
Ne Mutlu TÜRKÜM Diyene ana Belediye Başkanı
Ως γνωστόν, για την πλειοψηφία των ψηφοφόρων της Θεσσαλονίκης, η Σελανίκ είναι Τουρκική. ΄Ετσι, η νέα διοίκηση του Γιάννη Μπουτάρη, προχωρά επιτέλους με γοργά βήματα να συναντήσει το πεπρωμένο της, που δεν είναι άλλο από το “ Η Θεσσαλονίκη θα ξαναγίνει Τουρκική”.
Για αυτό άλλωστε άλλαξε το σήμα του δήμου κι έγινε, όπως μπορείτε να δείτε και μόνοι σας στην απευθείας τηλεοπτική μετάδοση, έτσι:
Άλλαξε όπως μπορείτε με χαρά να διαπιστώσετε το φόντο αριστερά από την κεφαλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που ήταν λευκό, άλλαξε πλέον κι έγινε μια πολύ όμορφη ημισέληνος.
Στο taxalia μείναμε ενθουσιασμένοι. Μην βγει κανείς ανεγκέφαλος να πεί μιλήσει για εθνικισμούς. Πρόκειται απλά για μια πανέμορφη εικαστική παρέμβαση σε ένα παλ πορτοκαλί, που είναι φέτος, πολύ της μόδας. Όπως η μητέρα πατρίδα μας Τουρκία»
Οι υπέρμαχοι του «Μπουταρισμού» που ξέσκιζαν τα όποια ιμάτιά τους όταν αποτολμούσαμε να σχολιάσουμε τις ομοφυλοπαρελασιακές ονειρώξεις του ευήθους δημάρχου Θεσσαλονίκης, δεν έχουν τίποτα τώρα να πουν;
Δε θα ξεσηκωθούν κατά του Μπουταροφοβικού blog που ειρωνεύεται το «ανοιχτό μυαλό» του Δημάρχου που έπαψε να ενδιαφέρεται για τα τριπλοπαρκαρισμένα, το παραεμπόριο, τα σκουπίδια, τη βρομιά και τη δυσωδία και τα άλλα θέματα ήσσονος σημασίας που απασχολούν τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης;
Επιμένουμε στο όνομα Θεσσαλονίκη δήμαρχε με το «ανοιχτό» μάλλον το «ορθάνοιχτο μυαλό» θα έλεγα… που κάπου-κάπου , όμως, πρέπει να κλείνει κιόλας, για καμιά επιδιόρθωση!
Μεταξύ μας, οξυδερκέστατε, τον Μεγαλέξανδρο την τον θέλεις δίπλα στην τιμημένη ημισέληνο;
Τι σχέση μπορεί να έχει ο Σκοπιανός στρατηλάτης με το Οθωμανικό αγλάισμα των «Νεότουρκων ηρώων» της «Επιτροπής για την ‘Ενωση και την Πρόοδο»;
Βάλε τον ανυπέρβλητο Κεμάλ, τον ήρωα της Οθωμανικής καθαρότητας που κατέσφαξε με τον πλέον πολιτισμένο τρόπο τις εκατοντάδες χιλιάδες των Ποντίων και των Αρμενίων απίστων, για να αποκτήσει έτσι τη δέουσα βαρύτητα το σήμα της πόλης στον πολιτισμένο μουσουλμανικό κόσμο…
Και να είσαι βέβαιος ευφαντασίωτε, ότι ο Νταβούτογλου θα σου το ξεπληρώσει με 100.000 ξεβράκωτους Τούρκους τουρίστες όπως ονειρεύεσαι στα ανεκπλήρωτα Οθωμανικά όνειρά σου…
Προ πολλού έχεις περάσει την κόκκινη γραμμή αστόχαστε και μην αποτολμήσεις βεβυθισμένε, τον βανδαλισμό αυτό, γιατί και η ανοχή έχει τα όριά της…
Ορειβασία σε ηφαίστειο που εκρήγνυται
Ατρόμητοι ορειβάτες αποφάσισαν να δουν από κοντά ένα ηφαίστειο την ώρα που εκρήγνυται. Το εγχείρημά τους καταγράφηκε στην κάμερα και οι εικόνες είναι πράγματι εντυπωσιακές
Μια ομάδα ριψοκίνδυνων ορειβατών αποφάσισαν πως άξιζε να θέσουν τη ζωή τους σε κίνδυνο για να δουν από κοντά τη μαγεία ενός ηφαιστείου όταν εκρήγνυται.
Το εγχείρημά τους το κατέγραψε ο ηφαιστειολόγος Τζέοφ Μάκλει και το βίντεο έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον εκατοντάδων χρηστών στο YouTube.
Οι ορειβάτες εμφανίζονται να φορούν ειδικές στολές για να αντέχουν την υπερβολική ζέστη ενώ πλησιάζουν αργά και σταθερά την ηφαιστειακή λάβα. Μάλιστα οι ειδικές στολές τους παρέχουν και οξυγόνο αφού η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική.
Η εικόνα είναι εντυπωσιακή και ανεβάζει την αδρεναλίνη στα ύψη. Οι ορειβάτες δε δείχνουν να φοβούνται αφού γυρνούν και χαμογελούν προς την κάμερα, παρά το ότι νιώθουν τη καυτή ανάσα του ηφαιστείου.
Πρόκειται για το ηφαίστειο Marum στη νήσο Ambrym του Νότιου Ειρηνικού ωκεανού, 400 μίλια από την Αυστραλία.
Όπως αναφέρει στην ιστοσελίδα του ο Μάκλει “Τίποτε άλλο δε θα μπορούσε να συγκριθεί με το γεγονός ότι βρίσκεσαι τόσο κοντά σε αυτό το μαγευτικό θέαμα”.
Μάλιστα ο εν λόγω ηφαιστειολόγος από τη Νέα Ζηλανδία υποστηρίζει ότι έχει προσεγγίσει αρκετά απομονωμένα ηφαίστεια ανά το κόσμο.
Η συγκεκριμένη ομάδα ορειβατών είναι η πρώτη που ήρθε τόσο κοντά στο ηφαίστειο Marum το οποίο έχει εκραγεί αρκετές φορές.
Το μεγάλο στοίχημα ανάμεσα σε πιστούς και απίστους
Τοῦ Φώτη Κόντογλου
Τη Λαμπροδευτέρα το βράδυ, περασμένα μεσάνυχτα, πριν να πλαγιάσω για να κοιμηθώ, βγήκα στο μικρό περιβολάκι πού έχουμε πίσω από το σπίτι μας, και στάθηκα για λίγο, κοιτάζοντας το σκοτεινό ουρανό με τ’ άστρα.
Σαν να τον έβλεπα πρώτη φορά. Μου φάνηκε πολύ βαθύς, και Σαν να ερχότανε από πάνω μία μακρινή ψαλμωδία. το στόμα μου είπε σιγανά: «Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών, και προσκυνείτε τώ υποπόδιο των ποδών αυτού». ‘Ένας αγιασμένος γέροντάς μου είχε πεί μία φορά πώς κατά τούτες τις ώρες ανοίγουνε τα ουράνια. Ο αγέρας μοσκοβολούσε από τα λουλούδια κι από τα άγιοχορταρα, πού έχουμε φυτέψει. «Πλήρης δ ουρανός και ή γή της δόξης του Κυρίου».
Θα στεκόμουνα έχει πέρα μοναχός ως το ξημέρωμα. Σαν να μην είχα σώμα, μήτε κανένα δεσμό με Τη γή. Αλλα συλλογίστηκα μήπως ξυπνήσει κανένας μέσα ατό σπίτι και ανησυχήσουνε πού έλειπα, και γι’ αυτό μπήκα μέσα και ξάπλωσα.
Δε με είχε θολώσει καλά-καλά ο ύπνος, δεν ξέρω αν ήμουνα ξυπνητός ή κοιμισμένος, και βλέπω μπροστά μου έναν άνθρωπο με αλλόκοτη όψη. ‘Ήτανε κατακίτρινος, Σαν πεθαμένος, μα τα μάτια του ήτανε Σαν ανοιχτά και μ’ έβλεπε τρομαγμένος. το πρόσωπό του ήτανε Σαν μάσκα, Σαν μούμια, με το πετσί του γυαλιστερά, μαυροκίτρινο, και κολλημένο στο νεκροκέφαλο με όλα τα βαθουλώματα. Κοντανάσαινε σαν λαχανιασμένος. στο ‘να χέρι του βαστούσε κάποιο παράξενο πράγμα, πού δεν κατάλαβα τί ήτανε, και με τ’ άλλο έσφιγγε το στήθος του, λες και πονούσε.
Εκείνο το πλάσμα μ’ έκανε ν’ ανατριχιάσω. το κοίταζα, και μέ…
κοίταζε, δίχως να μιλήσει, Σαν να περίμενε να το γνωρίσω. και στ’ αλήθεια, μ’ όλο πού ήτανε τόσο αλλόκοτο, σαν να μου είπε μία φωνή: «ΕΙναι ο τάδε!». Μόλις άκουσα τη φωνή, τον γνώρισα ποιός ήτανε. Τότε κι εκείνος άνοιξε το στόμα του κι αναστέναξε. μα ή φωνή του Σαν να ερχότανε από πολύ μακριά, σά να ‘βγαινε από κανένα βαθύ πηγάδι.
‘Έβλεπα πώς βρισκότανε σε μία μεγάλη αγωνιά, κι υπόφερα κι εγώ μαζί του. Τα χέρια του, τα πόδια του, τα μάτια του, όλα φανερώνανε πώς βασανιζότανε. Απάνω στην απελπισία μου, πήγα κοντά του να τον βοηθήσω, μα εκείνος μου’ κάνε νόημα με το χέρι του να σταματήσω.
Αρχισε να βογκά, με τέτοιον τρόπο, πού πάγωσα. Έπειτά μου λέγει: «δέν ήρθα, με στείλανε. ‘Εγώ ολοένα τρέμω! Βρίσκομαι σε ζάλη μεγάλη. Παρακάλεσε τον Θεό να με λυπηθεί. Θέλω να πεθάνω, μα δε μπορώ. “Αχ! ‘Όσα έλεγες βγήκανε αληθινά. Θυμάσαι, λίγες μέρες πριν πεθάνω, πού ήρθες στο σπίτι μου και μιλούσες για θρησκευτικά; “Ήτανε και δύο άλλοι φίλοι μου, άπιστοι κι αυτοί Σαν κι εμένα. ‘Εκεί πού μιλούσες, εκείνοι χαμογελούσανε. Σαν έφυγες, μου είπανε: Κρίμα, να ‘χει τέτοιο μυαλό, και να πιστεύει στις ανοησίες πού πιστεύουνε οι γριές! μία άλλη μέρα, σου είχα πεί όπως και πολλές άλλες Φορές: «Βρέ Φ., μάζευε λεφτά, Θα πεθάνεις στην ψάθα. Βλέπεις εγώ πόσα έχω, και πάλι θέλω κι άλλα».
»Τότε μου είπες: «” Έχεις κάνει συμβόλαιο με τον χάρο πώς Θα ζήσεις τόσα χρόνια πού θέλεις, για να καλοπεράσεις ατά γερατειά σου;». Σου λέγω εγώ: «Θα δείς πόσο χρόνο Θα πάγω! Τώρα είμαι εβδομηνταπέντε. Θα περάσω τα εκατό. ‘Έχω εξασφαλίσει τα παιδιά μου, ο γιός μου βγάζει λεφτά πολλά, την κόρη μου την πάντρεψα μ’ έναν πλούσιο από την ‘Αβησσυνία, εγώ κι ή γυναίκα μου έχουμε και παραέχουμε.
Όχι Σαν κι εσένα, πού ακούς αυτά πού λέν οι παπάδες Χριστιανικά τα τέλη της ζωής ημών. Τί Θα βγάλεις από τα Χριστιανικά τα τέλη;. Παρά να ‘χεις στην τσέπη σου, και μή σε μέλει. ‘Εγώ να δώσω ελεημοσύνη; και γιατί έκανε φτωχούς ο πολυεύσπλαχνος Θεός σας; για να τους θρέφω εγώ; ‘Αμ βάζουνε εσάς και ταΐζεται τους τεμπέληδες, για να πάτε στο Παράδεισο! ‘Ακούς εκεί Παράδεισο; ‘Εγώ ξέρεις πώς είμαι γιός πάπα, και τα γνωρίζω καλά αυτά τα κόλπα. μα να τα πιστεύουνε αυτά οι μικρόμυαλοι. Όχι όμως κι εσύ, πού έχεις τέτοια σπουδή, και να πάς χαμένος. ‘Εσύ, όπως πάς, Θα πεθάνεις πριν από μένα, Θα πάρεις και στο λαιμό σου την οικογένειά σου. μα εγώ, σου λέγω και σου υπογράφω, Σαν γιατρός, πού είμαι, πώς θα ζήσω εκατό δέκα χρόνια ».
Λέγοντας αυτά, στριφογύριζε από δώ κι από κεί, σαν να Ψηνότανε απάνω σε καμιά σκάρα, βγάζοντας κάτι μουγκρίσματα από το στόμα του: «”Αχ! Ούχ! Ού! Ού! Ού! Χού!»
Ησύχασε για λίγο και ξαναείπε: «Αυτά έλεγα, μα σε λίγες μέρες πέθανα! Πέθανα κι έχασα το στοίχημα! Τί ταραχή! Τί τρομάρα τράβηξα!
Σαστισμένος, μία βουλίαζα και μία ανέβαινα απάνω, και φώναζα: “Έλεος! μα κανένας δεν μ’ άκουγε. Ένα ρεύμα με κλωθογύριζε Σαν να ‘μου να κανένα ψόφιο ποντίκι. Τί τράβηξα ως τα τώρα, και Τί τραβώ. Τί αγωνία εΊναι αυτή!
Όλα όσα έλεγες βγήκανε αληθινά. το κέρδισες το στοίχημα. ‘Εγώ, τότε πού βρισκόμουνα στο κόσμο πού ζείς, ήμουνα ο έξυπνος. Ήμουνα γιατρός, κι είχα μάθει να μιλώ και να μ’ ακούνε, να κοροϊδεύω Τη θρησκεία, να συζητώ για χειροπιαστά πράγματα. Τώρα όμως βλέπω πώς χειροπιαστά εΊναι εκείνα πού τα έλεγα παραμύθια και χαρτοφάναρα. Χειροπιαστή εΊναι ή αγωνία πού βρίσκουμε. Αχ! Τούτος Θα εΊναι ο σκώληξ ο ακοίμητος, τούτος θα εΊναι ο βρυγμός των οδόντων!».
Απάνω σ’ αυτά, χάθηκε από τα μάτια μου, κι άκουγα μονάχα τα βογκητά του, πού και κείνα σβήσανε σιγά-σιγά. με πήρε λίγο ο ύπνος, μα σε μία στιγμή, κατάλαβα να με σπρώχνει Ένα παγωμένο χέρι. Ανοιξα τα μάτια μου, και τον βλέπω πάλι μπροστά μου. Τούτη Τη φορά ήτανε ακόμα πιο φριχτός και πιο μικρόσωμος. Είχε γίνει ίσαμε Ένα βυζανιάρικο παιδάκι, μ’ Ένα μεγάλο γέρικο κεφάλι, πού το κουνούσε από δώ κι από κεί
Ανοιξε το στόμα του και μου είπε: «σέ λίγη ώρα Θα ξημερώσει και Θα ‘ έρθουνε να με πάρουνε εκείνοι πού με στείλανε!» του λέω:
« Ποιοί σε στείλανε;». Είπε κάτι μπερδεμένα λόγια, δίχως να καταλάβω τίποτα. Ύστερά μου λέγει: «’Εκεί πού βρίσκομαι εΊναι κι άλλοι πολλοί από κείνους πού σε περιπαίζανε για την πίστη σου, και τώρα καταλάβανε πώς οι εξυπνάδες δεν περνούνε παραπέρα από το νεκροταφείο. ΕΙναι και κάποιοι άλλοι πού τους έκανες καλό, κι αυτοί σε κακολογούσανε. Κι όσο τους συχωρούσες, τόσο αυτοί γινότανε χειρότεροι. Γιατί ο πονηρός άνθρωπος αντί να τον κάνει ή καλοσύνη να χαίρεται, αυτός πικραίνεται, επειδή τον κάνει να νοιώθει τον εαυτό του νικημένο.
Τούτοι βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από μένα, και δε μπορούνε να βγούνε από τη σκοτεινή φυλακή τους για να ‘ρθουνε να σε βρούνε, όπως έκανα εγώ. Βασανίζονται πολύ σκληρά, γιατί δέρνονται με τη μάστιγα της αγάπης, όπως είπε ένας άγιος.
Πόσο αλλιώτικος είναι ο κόσμος απ’ ο, τί τον βλέπαμε!
Ανάποδος από την έξυπνη αντίληψή μας. Τώρα καταλάβαμε πώς ή εξυπνάδα μάς ήτανε βλακεία, οι κουβέντες μάς πονηρές μικρολογίες, κι οι χαρές μάς Ψευτιά και απάτη.
‘Εσείς πού έχετε στην καρδιά σάς το Χριστό, και πού για σάς ο λόγος του είναι αλήθεια, ή μονάχη αλήθεια, εσείς κερδίσατε το Μεγάλο Στοίχημα, πού μπαίνει ανάμεσα στους πιστούς και στους απίστους, αυτό το στοίχημα πού το έχασα εγώ ο ελεεινός, και χάθηκα, και τρέμω κι αναστενάζω, και δε βρίσκω ησυχία. :Αληθινά, στο Άδη δεν υπάρχει πιά μετάνοια. Αλίμονο σ’ όσους πορεύονται όπως πορευθήκαμε εμείς, τον καιρό πού είμαστε απάνω στη γή. Η σάρκα μάς είχε μεθύσει, και εμπαίξαμε εκείνους πού πιστεύανε στο Θεό και στη μέλλουσα ζωή, κι ο πολύς κόσμος μάς χειροκροτούσε. Σάς λέγαμε ανόητους, σάς κάναμε περίπαιγμα, κι όσο εσείς δεχόσαστε με καλοσύνη τα πειράγματά μας, τόσο μεγάλωνε ή δική μας ή κακία.
Βλέπω και τώρα πόσο θλιβόσαστε από το φέρσιμο των κακών ανθρώπων, αλλά πώς δεχόσαστε με υπομονή τις φαρμακερές σαΐτες πού βγάζουνε από το στόμα τους, λέγοντάς σας υποκριτές, θεομπαίχτες και λαοπλάνους. Αν βρισκότανε, οι δυστυχείς στη θέση πού βρίσκομαι τώρα, και βλέπανε από δώ πού βλέπω, Θα τρομάζανε για ό,τι κάνουνε. Θέλω να φανερωθώ σ’ αυτούς και να τους πώ ν’ αλλάξουνε δρόμο, μα δεν έχω την άδεια, όπως δεν την είχε κι εκείνος ο πλούσιας και για τούτο παρακαλούσε τον Πατριάρχη Αβραάμ να στείλει το φτωχό το Λάζαρο. μα και εκείνον δεν τον έστειλε, και τούτο, για να γίνουνε ίδια άξιοί της καταδίκης όσοι αμαρτάνουνε, κι άξιοί της σωτηρίας όσοι πορεύονται τη στράτα του Θεού.
«Ο αδικών αδικησάτω έτι, και ο ρυπαρός ρυπαρευθέτω έτι, και ο δίκαιος δικαιοσύνη ποιησάτω έτι, και ο άγιος άγιασθητω έτι».
Μ` αυτά τα λόγια, τον έχασα από μπροστά μου.
Βιβλιογραφία. ΤΑ Μυστικά Ανθη , έκδ. Παπαδημητρίου, Αθήνα 1973. «Απίστευτα και όμως αληθινά» έκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη. Θεσσαλονίκη
Οι άγγελοι της γης
Ο Σατανάς έχει χαρά, έχει μεγάλο γλέντι,
Κανέναν σας δεν αγαπά κ όλους σας ζηλεύει.
Ζηλεύει όλα τα παιδιά, τα αγιοσφαγισμένα,
Που έχουν πίστη στο ΧΡΙΣΤΟ κ στο ΘΕΟ τον ένα.
Διεκδικεί πολλά παιδιά κ έχει χαρά μεγάλη,
Έσκασε που του ξέφυγαν λίγα παιδιά νηφάλιοι.
Ποικίλους τρόπους συνεχώς ψάχνει να τα μπερδέψει,
Καθημερινώς η σκέψη του είναι να τα πλανέψει.
Όταν σε βλέπει το ΣΤΑΥΡΟ να κάνεις εσύ για ΜΕΝΑ,
Κάνει ευχή τα χέρια σου να ήταν κομμένα.
Στην εκκλησία όταν σκεφτείς μια ΚΥΡΙΑΚΗ να τρέξεις,
Σου δίνει τόση τεμπελιά που δεν μπορείς να ελέγξεις.
Ψάχνει να βρει κάποια δουλειά για να σου φανερώσει,
Να σε τραβήξει κάπου αλλού και να σε καμαρώσει.
Μια προσευχή όταν πεις θέλει να σε μπερδέψει,
Κ του μυαλού την προσοχή κοιτάζει να την κλέψει.
Σχέδια κάθε ένα λεπτό συνέχεια καταστρώνει,
Να σου μολύνει την ψυχή να στην αφήσει μόνη.
Υπομονή έχει πολύ, όλους να σας τραβάει,
Απ τη δική μου αγκαλιά κ βλέπω ότι νικάει.
Μέσα απ τα χέρια μου, παιδιά μου ξέφυγαν χιλιάδες,
Το φωτοστέφανο έχασαν, έγιναν σατανάδες.
Σου δίνει τόσες αφορμές συνέχεια να θυμώνεις,
Το στόμα σου λέει βρισιές κ το ΧΡΙΣΤΟ ματώνεις.
Έλεγχο κάνε ψυχικό να μην σε παρασέρνει,
Ο σατανάς κάθε λεπτό, μέσα σου να μην μπαίνει.
Μειώνεται ο κόσμος μου που είχα ευλογήσει,
Τρέχει να βρει το σατανά, έχει παραστρατήσει.
Να συγκρατήσεις τη ψυχή, να ρθεις ξανά μαζί μου,
Να ξαναγίνεις ΑΓΓΕΛΟΣ που ήσουνα, παιδί μου.
Έχω Αγγέλους γήινους που ζουν ακόμη κάτω,
Που δεν δωρίζουν στον εχθρό, ψυχή μέσα στο πιάτο.
Την κρύβουν καθημερινώς μέσα στα άγια βιβλία,
Τους την φυλάει προσεκτικά η ΜΑΝΑ ΠΑΝΑΓΙΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου