Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

http://www.enimerosi.com---Τόμας Όστερμάγερ

ΠΕΤΡΟΣ ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ*
Ο φίλος Τόμας είναι σήμερα 42 ετών. Κι είναι η πέμπτη ή η έκτη φορά που φιλοξενείται από το Φεστιβάλ Αθηνών τα τέσσερα-πέντε τελευταία χρόνια. Επί ημερών Λούκου κανείς άλλος δεν παρουσιάζει τέτοια συχνότητα συμμετοχών. Ο Τόμας είναι σπουδαίο ταλέντο. Και τώρα που καταλάγιασε, φαίνεται, μέσα του η εκδικητική μανία αποδόμησης και η προκλητικότητα, είναι σε θέση, πιστεύω, να δώσει σπουδαία δείγματα μιας θετικής προσέγγισης των κειμένων. Την έχει. Αν και τέτοια ταλέντα γνωρίζω καμιά τριανταριά πανευρωπαϊκά (εκ των οποίων τουλάχιστον τα 12 εδώ στην Ελλάδα).


Ο φίλος Τόμας είναι σήμερα 42 ετών. Γέννημα-θρέμμα της βερολινέζικης «Σαουμπίνε». Που διέκριναν το ταλέντο του και όταν πάτησε στα 30 του τον πήραν και τον όρισαν διευθυντή της. Έτσι είναι οι Γερμανοί, ξέρουν να αξιοποιούν. Κι όταν παράγουν, παράγουν. Ο Σαιξπηρικός του «Οθέλλος» ήταν μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση. Όχι για τα εφε. Αλλά για τον μοντέρνο, σύγχρονο τρόπο επεξεργασίας του κειμένου. (Ανοίγω πιθανόν εδώ ένα τεράστιο κεφάλαιο, αλλά δεν είναι του παρόντος).
Ανέθεσε τη σκηνογραφία στον εξαιρετικό επίσης Γιαν Παπελμπάουμ. Κι αυτός, αδιαφορώντας για τα δεδομένα της Επιδαύρου («αδιαφορία» που ήταν γενικότερη σκηνοθετική κατεύθυνση), του παρέδωσε ένα βαρύ σκηνικό (έβαλε και το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ένα χεράκι εδώ, με μια δουλοπρέπεια που, ευτυχώς, δεν επιδεικνύει σε έλληνες σκηνοθέτες), ένα σκηνικό υπέροχο ωστόσο και λειτουργικό ΑΛΛΑ κλειστού χώρου. Σοφά ποιών. Διότι η παράσταση αυτή θα περιοδεύσει και σε πολλά άλλα κλειστά θέατρα σ' ολόκληρη την Ευρώπη. Πού να τρέχουμε τώρα να φκιάνουμε άλλο...
Τα ερωτήματα αμείλικτα (και θα μου επιτρέψει, φαντάζομαι, ο καθωσπρέπει κύριος Λούκος): Με ποια κριτήρια επελέγη για τη συγκεκριμένη παράσταση (μια παράσταση ξεκάθαρα κλειστού χώρου) το θέατρο της Επιδαύρου; Μια πρώτη αφελής προσέγγιση θα έλεγε ότι της ταίριαζε πολύ περισσότερο το Ηρώδειο ή κάποιος από τους χώρους που το φεστιβάλ αξιοποιεί στην Πειραιώς 260. Η σύντμηση του χρόνου και τα πολλά εισιτήρια; Και γιατί δεν αξιοποιούσαν τότε το πέταλο του Παναθηναϊκού σταδίου; Πόσο κόστισε; Και το ρωτάω αυτό έχοντας κατά νου την περιβόητη «Μήδεια» κατά Βασίλιεφ πρόσφατα που άγγιξε, κατά πως λένε, μαζί με την υπέρβαση, τα 1.100.000 ευρωπουλάκια. Μπορεί και να τα άξιζε. Αλλά πότε διανοήθηκε ο κύριος Λούκος να χρηματοδοτήσει τόσο πλουσιοπάροχα παράσταση έλληνα σκηνοθέτη; Δύο μέτρα και δύο σταθμά; Εμείς εδώ, οι επαρχιώτες ιθαγενείς ως «δευτεράτζες» θα έλεγα, κι οι ευρωπαίοι φίλοι και συνάδελφοι ασύγκριτοι, μοντέρνοι και τεράστιοι καλλιτέχνες; Πολλά θα μπορούσα ακόμα να ρωτήσω. Που συγκλίνουν στο εξής βασανιστικό και κεφαλαιώδες: τι είδους φεστιβάλ θέλουμε. Ονειρευόμαστε μια δεύτερη Αβινιόν, Ζάλτσμπουργκ, Κων-πολη, Εδιμβούργο; Ή μήπως κάποια στιγμή θα καταφέρουμε να δώσουμε σε όλα αυτά ένα χαραχτήρα εντελώς δικό μας, αναζητώντας στο σημερινό γκλομπάλιτυ «το αίτημα της νέας μας ελληνικότητας» με σύγχρονο, αποδοτικό και ευοίωνο τρόπο;
Ο φίλος Τόμας, υποσχέθηκε ότι θα μας ξανάρθει. Το 2012, με «Οιδίποδα Τύραννο». Οπότε μην ανησυχείτε εσείς, δεν θα ‘χουμε πτωχεύσει ως τότε.
Είμαι απολύτως βέβαιος ότι κι αυτή του η παράσταση θα είναι το ίδιο ή και περισσότερο ενδιαφέρουσα. Μόνο που τούτη τη φορά θα του πρότεινα να «φτιάξει» μια παράσταση για το θέατρο της Επιδαύρου. Κυρίως «σκηνογραφικά». Πώς θα το πετύχει; 1) Ας αφιερώσει ένα απόγευμα κι ας καθίσει στις κερκίδες βλέποντας κάτω την άδεια ορχήστρα. Για καμιά ώρα. Είμαι βέβαιος ότι το ίδιο το θέατρο θα του «πει» και θα του δώσει τη λύση. 2) Ας κάνει τον κόπο να ενημερωθεί για τις σπουδαίες σκηνογραφίες σ' αυτό το θέατρο διαπρεπών ελλήνων. Για την απέριττη λιτότητα του Γιάννη Τσαρούχη. Για τον ευφάνταστο και πάντα δημιουργικό Διονύση Φωτόπουλο. Για την επινοητικότητα (όταν έχει σκηνοθετική καθοδήγηση) του Γιώργου Πάτσα. Για την αδιαπραγμάτευτη αφαιρετική γραμμή της Χλόης Ομπολένσκι. Για τον βαθύ θρησκευτικό μυστικισμό του Σάββα Χαρατσίδη. Για, για, για... 3) Ας πάει μια βόλτα μέχρι την Παλιά Επίδαυρο, στο κτήμα της κυρά-Μάρθας, μέσα στις πορτοκαλιές. Εκεί θα ‘βρει τον σερ Πήτερ Χώλ σε ώρα απογεύματος να ξεκουράζεται. Ο αειθαλής Εγγλέζος έρχεται εδώ και «παραθερίζει» οσφραίνοντας το χώμα, τον αέρα, το νερό, τη διάφανη μέρα και την ξάστερη νύχτα της αργολικής γης, τα τελευταία τουλάχιστον 35 με 40 χρόνια. Αδιαπραγμάτευτα. Κι ας τον ρωτήσει.
* καλλιτεχνικός διευθυντής του ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Bookmark and Share