Τη στιγμή που η κυβέρνηση ετοιμάζεται για μεγάλες τομές και απολύσεις στο δημόσιο, ο προϋπολογισμός του Κοινοβουλίου από το 2000 μέχρι το 2009 υπερδιπλασιάστηκε. Σχεδόν το ίδιο και ο αριθμός των υπαλλήλων.
Ο προϋπολογισμός της Βουλής το 2000 ανερχόταν στα 97 εκατ. ευρώ. 9 χρόνια μετά, το 2009 ο αντίστοιχος αριθμός ξεπερνούσε τα 221 εκατομμύρια. Την ίδια στιγμή, παρόμοια αύξηση σημειώθηκε και στον αριθμό των υπαλλήλων του Κοινοβουλίου. Από τους 695 του 2000, οι υπάλληλοι σήμερα υπερβαίνουν τους 1.300, ενώ τα τελευταία δύο χρόνια έχουν συνταξιοδοτηθεί 90.
Σήμερα, εν μέσω Μνημονίου, οικονομικής κρίσης και πιέσεων από την τρόικα, ο προϋπολογισμός έχει πέσει σχεδόν κατά 24% και ανέρχεται στα 198 εκατομμύρια ευρώ. Το ρεκόρ της αύξησης των δαπανών  σημειώθηκε την τριετία 2004-06, ενώ η χρονιά με τη μεγαλύτερη αύξηση ήταν το 2005, όταν τα 133 εκατ. ευρώ έγιναν 158.
Το 2010, τη χρονιά που η τρόικα έκανε το «ντεμπούτο» της στη χώρα, η συνολική ετήσια μείωση περιορίστηκε σε ποσοστό 1,7% (218 εκατ. από 221 εκατ. ευρώ) και εξηγείται βασικά από τις περικοπές μισθών.
Ευτυχώς που οι οικονομικές υπηρεσίες της Βουλής ετοιμάζουν νέες περικοπές ενόψει της κατάρτισης του προϋπολογισμού του 2012.
Ο πρόεδρος του συλλόγου υπαλλήλων της Βουλής βρίσκει εύλογη τη συγκεκριμένη αύξηση, βασίζοντάς τη στη δημιουργία νέων υπηρεσιών. Όπως εξηγεί ο κ. Πολίτης «πλέον λειτουργεί ένα μεγάλο τυπογραφείο επί της Λένορμαν, τμήματα μικροφίλμ, φωτοτυπεία, οικονομικές υπηρεσίες, βιβλιοθήκες και άλλα, ενώ παλαιότερα πολλές δουλειές δίνονταν έξω».
Επιπλέον, σύμφωνα με τον κ. Πολίτη, στο προσωπικό περιλαμβάνονται και οι ειδικοί φρουροί, ενώ σε ό,τι αφορά στη μισθοδοσία του προσωπικού, ο πρόεδρος του συλλόγου δεν βλέπει καμία ευνοϊκότερη μεταχείριση: «Δεν εξαιρούμαστε. Δεν υπάρχει ο λεγόμενος 15ος ή 16ος μισθός. Είναι ένα επίδομα, που αντί να κατανέμεται ανά μήνα, εμείς το λαμβάνουμε σε δύο δόσεις. Ισχύει από το 1930 και από πέρυσι έχει κοπεί στο μισό».
Όπου κι αν βρίσκεται η αλήθεια -ακόμη κι αν βρίσκεται στη μέση όπως λένε συνήθως-, οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους σχετικά με την κάκιστη διαχείριση του δημοσίου χρήματος από τις κυβερνήσεις από το 2000 και μετά.